Δευτέρα 19 Ιουνίου 2023

Μαρία Βενάρδου Subsisto

 

ΕΠΑΙΝΟΣ (ΛΥΚΕΙΟ)     Homo Educandus Αγωγή

 

 

     Το θέμα με την αγάπη είναι πως ο Θεός μάς έπνιξε στα χέρια Του (απαίσια, απαίσια χέρια, δάκτυλα κνησμώδη και μυτερά σαν τον κισσό), μας κοίταξε στα μάτια κι εξέπνευσε γύρη και νέκταρ, κι εμείς επιλέξαμε να ζήσουμε.

      Το θέμα με την αγάπη είναι πως κυλιόμαστε στην καψαλιστή άμμο, φορώντας ρούχα που δεν είναι δικά μας, επιδεικνύοντας μια λατρεία που απαρνιόμαστε με κάθε βυθιζόμενο βήμα στην έρημο. (Πως συνεχώς Τον προδίδουμε, και συνεχώς μας συγχωρεί και συνεχώς το ξεχνάμε.)

     Φέρνουμε τα ακροδάκτυλα (σχεδόν βαριά όσο μια απολογία) στο λαγόχειλό μας και αναρωτιόμαστε αν αυτό, τούτη η αβέβαιη καρδιά, φταίει που η λαβή του πατέρα ήταν πάντα τόσο χαλαρή κι η ματιά της μητέρας αχνή όσο η ανάμνηση ζεστού γάλακτος στα χείλη. Είμαστε σίγουροι πως κάποιος έπρεπε να σκοτώσει τον πρώτο άνθρωπο, να κόψει τον ομφάλιο λώρο πριν αρχίσει να συσπειρώνεται μέσα μας και καρφωθεί γύρω από την καρδιά μας και δεν ξέρουμε ποιος.

     Η αλήθεια μας είναι μια Στρεπτοπέλια: καλωσορίζει την αυγή με το κατευναστικό της κάλεσμα. H αλήθεια μας είναι πως δεν τολμούμε να αγαπήσουμε. Η εκμυστήρευση βυθίζεται σαν πλοίο στο στήθος μας και σφραγίζει τους πνεύμονές μας με μια καρδιά που τρέμει τον άγγελο-σφυγμογράφο και γόνατα που λυγίζουν με κάθε φιλί. Δεν αντέχουμε να ζούμε, δεν αντέχουμε να πενθούμε, δεν αντέχουμε να πεθαίνουμε.

     Ο Έρωτας κλέβει ένα κερί από το παρελθόν μας που διαρκεί όσο η φλόγα: ξαφνικά είναι ατσάλι, νερό και άμμος, είναι σεντόνια και το σπουργίτι που γέρνει το κεφαλάκι με κάθε λεπτή κίνηση και Μαμά, άφησέ με να το κρατήσω, είναι γυρεόκοκκος και οι πρώτες ακτίνες του ήλιου, και πώς τολμά να φοράει τα μάτια του παρελθόντος μας;

     Μας εξοργίζει. (Μας τρομάζει. Σφιγμένα σαγόνια, απελπισμένα χέρια, ο θώρακας του άλλου πιέζεται στον δικό μας. Σε τούτη την αρένα δεν υπάρχει άνεμος να καλύψει το ενδιάμεσο, το αγκομαχητό. Δείξε μου τις πληγές. Πες μου πως πόνεσε. Πως ήταν όλα για μένα.) Έχουμε μπερδέψει το πρόσωπο του Έρωτα με εκείνο του Μορφέα, και ποτέ δεν σκεφτήκαμε πως η ανθρωπότητα θα χρειαζόταν τον άνεμο για να διασκορπίσει-σπείρει σκέψεις, σαν σπόρια, στον χωροχρόνο, ή πως το απαλό αεράκι ανάμεσα στα φύλλα είναι λυτρωτικό. Πως το πένθος είναι ατέλειωτο, μα ατέλειωτη είναι και η αγάπη.

     Συνειδητοποιούμε πως ποτέ δεν υψώσαμε όντως το σπαθί μας στον ήλιο αφότου το νόμισμα σταμάτησε να γυρίζει. Πως ένα “Subsisto!” έφτανε, για να μας κάνει να Τον πιστέψουμε: να παραδοθούμε επιτέλους, ηττημένοι και γηρασμένοι, στην απέραντη αγκαλιά Του, και να Του επιστρέψουμε την άγουρη καρδιά μας χωρίς δεύτερη σκέψη. Να κυλιστούμε στην αγάπη σαν να ήταν χώμα, γυμνοί και ευάλωτοι, γιατί τα ρούχα Του είναι που φοράμε: τη δική Του φύση εισπνέουμε, λίγη λίγη, όπως την ανθρωπότητα, σε δόσεις σκόνης, τη δόξα Του, σαν μέσα από βιτρό, προβάλλουμε. Πως Τον αγαπάμε που μας έπλασε, και θα Τον αγαπάμε ακόμα, όταν μας φυσήξει να σβήσουμε.

 

(*subsisto : “Υποτάξου” . Η θεική εντολή απέναντι στην ύλη, την στιγμή της Δημιουργίας, Dante)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

     Πιστεύοντας βαθιά ότι το σχολείο οφείλει να δίνει ευκαιρίες στους μαθητές για βιωματική μάθηση διοργανώσαμε για 7η σχολική χρονιά τον Π...