3ο ΒΡΑΒΕΙΟ ΠΟΙΗΣΗΣ (ΛΥΚΕΙΟ) 4ο Γενικό Λύκειο Κορίνθου
Φόρεσε το νυφικό της – με τη μαύρη δαντέλα.
Άρχισε να περπατά προς τον λόφο των εσταυρωμένων.
Πέρασε ανάμεσα από τα πικρά λόγια.
Ανέβαινε τώρα τον ανήφορο - με τον βαρύ σταυρό στον
ώμο της.
-Όχι, δεν κουράζομαι!
Τοποθέτησε τον σταυρό της στην κορυφή του λόφου.
Σκαρφάλωσε επάνω του.
Έγδαρε τα πόδια της.
Σταυρώθηκε μόνη της.
Το μαύρο νυφικό το φύσηξε ο χειμωνιάτικος αγέρας.
Ο λαός την έλουζε με πορφυρό αίμα.
Ξαφνικά οι ουρανοί εβρόντηξαν.
Έσκισε τα σύννεφα η αστραπή.
Και την έκαψε.
Και πριν ξεψυχήσει επάνω στον σταυρό της, ψέλλισε
-Εξαγνίστηκα!
Και όλοι προχώρησαν προς την αγορά.
Μα, μια λάμψη φωτεινή ανέστρεψε τους όρους.
Περπάτησε ξανά προς το σπίτι της – με λευκό νυφικό.
Αντίκρισε μια περίλυπη γυναίκα
έναν άνδρα
και ένα τραυματισμένο παιδί.
Τους βοήθησε να σηκωθούν.
Και τους έδωσε τη λάμψη της…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου