Δευτέρα 19 Ιουνίου 2023

Φατιόνα Γκιόκα Το μαύρο νήμα της ζωή

 

ΕΠΑΙΝΟΣ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ (ΛΥΚΕΙΟ)   Γενικό Λύκειο Βέλου

 

      Βράδυ. Η ώρα 2:00 και κάτι. Ξυπνάω από τον ήχο των σειρήνων που ουρλιάζουν. Η μυρωδιά του μπαρουτιού με πνίγει και η γη αρχίζει να τρέμει .Όλα τα μέλη της οικογένειας μαζευόμαστε όσο πιο γρήγορα γίνεται στο σαλόνι. Οι γονείς μου προσπαθούν να κρατήσουν την ψυχραιμία τους για να μην μας τρομοκρατήσουν περισσότερο, αλλά εγώ είμαι αρκετά μεγάλη για να καταλάβω τι μας περιμένει. Η μικρή μου αδερφή φοβισμένη έχει αγκαλιάσει σφιχτά τη μητέρα μας. Κάθε φορά που στρέφω το βλέμμα μου σε εκείνη αντικρίζω τον φόβο στα μάτια της. Δεν της αξίζει .Σε κανέναν μας δεν αξίζει κάτι τέτοιο.

      Τα λεπτά κυλούν γρήγορα. Πρέπει να είμαστε όλοι σε ετοιμότητα για οποιοδήποτε εξέλιξη. Γι` αυτό μοιράζονται γρήγορα οι αρμοδιότητες στον καθένα μας. Ο πατέρας μας επικοινωνεί  με κάποιους φίλους του,για να φροντίσει για την ασφάλειά μας και τον τρόπο διαφυγής μας. Ξαφνικά ενώ μιλάει στο τηλέφωνο με ένα γρήγορο χαιρετισμό το κλείνει  έχοντας στο βλέμμα του απελπισία. Τότε κατάλαβα! Οι σκέψεις μου βγήκαν αληθινές. Ξεκινάει «ΠΟΛΕΜΟΣ». Τον κοιτώ και τα μάτια μας αρχίζουν να βουρκώνουν.Το σώμα μου παραλύει και η φωνή μου έχει χαθεί. Προσπαθώ με νύχια και με δόντια να κρατήσω τα δάκρυά μου γιατί είναι μπροστά η Ελπίδα, η αδερφή μου η μικρή, και δεν θα καταλάβει. Πρέπει όλοι να σταθούμε δυνατοί σε μία τέτοια δύσκολη κατάσταση .Η  μητέρα μας χωρίς δεύτερη σκέψη αρχίζει να ετοιμάζει γρήγορα τρία σακίδια και τα εφοδιάζει με προμήθειες .Αφού τελείωσε πήγαμε όλοι να φορέσουμε όσο πιο ζεστά ρούχα ώστε να ανταπεξέλθουμε στο κρύο. Το μέλλον μας μόνο αβέβαιο μπορεί να είναι.

      Με την ανατολή του ηλίου ακούμε την πόρτα να βροντά. Κοκαλώνουμε .Ο πατέρας μας πλησιάζει αθόρυβα και διστακτικά αρπάζοντας την καραμπίνα από το ράφι. Μήπως είναι κάποιος στρατιώτης; Μήπως κινδυνεύουμε να πεθάνουμε όλοι εν ψυχρώ; Καθώς φτάνει πίσω από την πόρτα ακούγεται μία γνώριμη αντρική φωνή «Ανοίξτε γρήγορα! Πρέπει να φύγουμε όλοι αμέσως!» Ανακούφιση ! Ήταν ο φίλος του μπαμπά που επικοινώνησε μαζί του νωρίτερα.  Μας ζήτησε να επιταχύνουμε τις κινήσεις μας και να μαζέψουμε τα πράγματα μας, για να φύγουμε όσο πιο γρήγορα γίνεται, αλλά εμείς είμαστε ήδη έτοιμοι. Βγαίνουμε έξω ταχύτατα και επιβιβαζόμαστε στο βανάκι που θα μας οδηγήσει σε ένα ασφαλέστερο μέρος.

     Κατά τη διάρκεια της διαδρομής διάφορες σκέψεις τριγυρνάνε μέσα στο μυαλό μο, άλλες θετικές και άλλες αρνητικές. Άραγε η ανθρωπότητα θα καταφέρει να τελειώσει κάποτε με τους πολέμους ή οι πόλεμοι θα αποτελειώσουν την ανθρωπότητα; Απρόσμενα μία δυνατή έκρηξη με αφυπνίζει για τα καλά. Ένταση. Αγωνία.Οι γονείς μας μας παίρνουν στην αγκαλιά τους χαμογελώντας, για να μην καταβάλει το άγχος εμένα και περισσότερο για την Ελπίδα, που είναι μόλις πέντε χρονών και δεν μπορεί να αντιληφθεί γιατί γίνεται όλο αυτό. Φτάσαμε. Μπαίνουμε κατευθείαν στο καταφύγιο και καθόμαστε ήσυχα σε μια γωνία. Γύρω μας αντικρίζω χιλιάδες πολίτες. Ανδρόγυνα να κρατούν σφιχτά ο ένας το χέρι του άλλου. Μωρά να βλέπουν στον υπόγειο αυτό χώρο το πρώτο φως της ζωής. Παιδιά με τον φόβο ζωγραφισμένο στα μάτια τους. Ανθρώπους να προσπαθούν να κρατήσουν τα δάκρυά τους

     Καθόμουν και παρατηρούσα, ενὠ το μόνο που ήθελα ήταν να ουρλιάξω, για να βγάλω τον πόνο που έχω μέσα μου. Ένα τεράστιο «γιατί;» πλανιέται στη σκέψη μου .Μα γιατί; Γιατί πολεμάμε οι άνθρωποι εφόσον το μόνο πράγμα που επιφέρει ο πόλεμος είναι η καταστροφή; Δεν υπάρχει χειρότερο συναίσθημα από το να μην ξέρεις αν αύριο θα ζεις εσύ και η οικογένειά σου.

      Οι ώρες δεν περνούν. Ο χρόνος έχει παγώσει. Ασταμάτητοι βομβαρδισμοί και εκρήξεις ακούγονται αδιάκοπα. Οι στιγμές είναι πολύ δύσκολες για όλους μας και κυρίως για τα μικρά παιδάκια. Πλέον η προτεραιότητά μας είναι η επιβίωσή μας και τίποτα άλλο. Ήρθε η νύχτα. Το κρύο είναι τσουχτερό. Όλοι είμαστε κουλουριασμένοι ο ένας με τον άλλον προσπαθώντας να ζεστάνουμε τα κορμιά μας. Λίγοι μπορούν να κοιμηθούν. Αυτή η παγερή νύχτα θα είναι δύσκολη. Όμως δεν πρέπει να παραπονιόμαστε. Οι στρατιώτες βρίσκονται σε χειρότερη θέση από εμάς και όμως είναι εκεί μπροστά και αγωνίζονται για όλους μας με κόστος τη ζωή τους.

     Εδώ και λίγη ώρα επικρατεί ησυχία. Οι άνθρωποι αρχίζουν να κλείνουν τα μάτια τους και να πέφτουν για ύπνο μετά τις τόσες ώρες εξαθλίωσης και κούρασης. Αυτό πρέπει να κάνω κι εγώ για να αποκτήσω περισσότερες δυνάμεις .Αλλά μόλις κλείνω τα μάτια μου, τότε ξεκινάνε όλα. Βυθίζομαι στις σκέψεις μου... στις αναμνήσεις μου... στα όνειρά... στο μέλλον μου. Σε ό,τι μου δίνει δύναμη, για να συνεχίσω να ζω. Και τότε εισβάλλει αυτό το αρνητικό συναίσθημα που τα καταστρέφει όλα στο πέρασμά του. Μονομιάς ένα δάκρυ κύλησε. Νευρίασα. Το σκούπισα αμέσως και χαμογέλασα. Δύναμη και ελπίδα χρειάζομαι,

     Ξαφνικά αρχίζουν να ακούγονται εκείνοι οι αποτρόπαιοι ήχοι, το τρομακτικό κροτάλισμα από τις σφαίρες και τις οβίδες του πολέμου. Τα παιδιά αρχίζουν να κλαίνε ασταμάτητα από τους δυνατούς θορύβους. Και τότε κάτι αξιοθαύμαστο συμβαίνει! Μια μητέρα αρχίζει να τραγουδάει δυνατά «Τα παιδιά ζωγραφίζουν στον τοίχο...». Ακολουθούν όλοι οι μεγάλοι ,μαζί τους κι εγώ και όλα τα νεαρά παιδιά μπαίνουν στο ρυθμό. Είναι μια μαγική στιγμή για όλους μας. Προσπαθούμε να τραγουδάμε όσο πιο δυνατά μπορούμε για να καλύψουμε  τους τρομακτικούς ήχους του πολέμου και να ξορκίσουμε τον φόβο των μικρών παιδιών. Ἐτσι η ατμόσφαιρα έγινε ευχάριστη για τα μικρά μας πλασματάκια και η ελπίδα ξαναγεννήθηκε μέσα μας, πως όλα είναι εφικτά και θα τα καταφέρουμε.

     Έχει περάσει μια εβδομάδα. Τα τρόφιμα λιγοστεύουν μέρα με τη μέρα και η πείνα μας αυξάνεται. Ο ύπνος άγνωστος για πολλούς από μας. Όλοι είμαστε εξουθενωμένοι. Θέλω πίσω το σπίτι μου, την προηγούμενη ζωή μου που η μόνη μου έγνοια ήταν  τι θα κάνω την επόμενη μέρα. Μου λείπουν οι φίλοι μου, τα μονοπάτια στα οποία περπατούσα, τα στέκια που πήγαινα με την παρέα μου, το κρεβάτι μου, το μαξιλάρι μου που κάθε βράδυ το πλημμύριζα με τα εφηβικά μου δάκρυά και τα βιβλία μου στα οποία ταξίδευα μακριά από την πραγματικότητα. Η  Ελπίδα μάλιστα ρωτάει συνέχεια τη μητέρα μας «Μαμά, μέχρι πότε θα είμαστε εδώ;» και η απάντηση που παίρνει κάθε φορά είναι ίδια « Δεν ξέρω, αγάπη μου, για όσο χρειαστεί. Κάνε λίγο υπομονή». Έχουμε κουραστεί όλοι μας με αυτή την κατάσταση. Δεν ξέρουμε για πόσο θα κρατήσει, αλλά δεν μπορούμε να μένουμε για πολύ καιρό ακόμα στο καταφύγιο, γιατί δεν μας το επιτρέπουν οι συνθήκες.

     Με τη δύση του ηλίου ακούμε στο βάθος του διαδρόμου βαριές πατημασιές και κόφτες ανάσες. Η αγωνία μας κορυφώνετα. Άραγε ποιος κρύβεται πίσω από το σκοτάδι; Σε λίγο εμφανίζεται ένας στρατιώτης ελαφρά τραυματισμένος και ζητάει να συγκεντρωθούν οι άντρες. Μετά από λίγο φωνές αρχίζουν να υψώνονται «ποιο καθήκον;» « ποια χώρα;»  «Εδώ δεν ξέρουμε αν αύριο θα υπάρχει». Τα αίματα άναψαν και η συζήτηση έλαβε τέλος για το καλό όλων μας. Ο πατέρας μου έρχεται διστακτικά προς το μέρος μας. Τότε κατάλαβα την απόφαση που πήρε. «Μην φύγεις, μπαμπά, σε χρειαζόμαστε» του ψιθύρισα στο αυτί του και τότε ακολούθησαν τα αγανακτισμένα λόγια της μητέρας μου «Γιώργο, μην τολμήσεις και φύγεις». Δεν μπορεί, λέει, να βλέπει την πατρίδα του να καταστρέφεται και  να κάθεται αδρανής. Πρέπει να μας προστατεύσει. Μας ζητά να τον καταλάβουμε .Ακούγοντας τα λόγια η μητέρα μου λύγισε, τα μάτια της γέμισαν με δάκρυα, ενώ ο πατέρας μου της έπιασε τα χέρια και της τα φίλησε.

     Την ίδια στιγμή μια δυνατή έκρηξη ακούστηκε ακριβώς δίπλα μας .Πεταχτήκαμε όλοι έντρομοι. Το καταφύγιο αρχίζει να καταρρέει. Πέτρες και σκόνες πέφτουν πάνω μας και δημιουργείται ένα χάος. Όλοι τρέχουμε πανικόβλητοι προς την έξοδο. Άνθρωποι μεγάλης ηλικίας ,αδύναμοι καταπλακώνοναι κάτω από σωρούς χώμα. Δεν μπορώ να τους βοηθήσω. Δεν μπορώ να κάνω τίποτα. Νιώθω ανήμπορη. Δυσκολεύομαι να ανασάνω. Ένας κόμπος δεμένος στον λαιμό και στην καρδιά με καταβάλλει. Τα πόδια μου δεν με βαστάνε. Μἀλλον παθαίνω κρίση πανικού. Είμαι έτοιμη να τα παρατήσω, αλλά δεν πρέπει .Βγαίνω έξω και οι δυνάμεις μου με αφήνουν. Καταρρέω. Στρέφω το βλέμμα μου πίσω και αντικρίζω τον πατέρα μου με ένα κοριτσάκι πάνω στους ώμους του... τρέχει προς την έξοδο... μου χαμογελάει.... και τότε το υπόγειο αυτό μέρος γκρεμίζεται σε κλάσματα δευτερολέπτου σαν ένα χαρτόκουτο  πριν προλάβει να βγει ο πατέρας μου και όλοι οι άλλοι.

     Έχασα τη γη κάτω από τα πόδια μου. Η μητέρα μου ουρλιάζει δυνατά. Δεν μπορώ πλέον. Λύγισα. Η  αδερφή μου λιποθύμησε στα χέρια μου. Δεν ξέρω πώς να αντιδράσω πλέον. Το σώμα μου δεν ανταποκρίνεται. Ξαφνικά καταλαβαίνω πως η Ελπίδα δεν αντιδρά, έχει χάσει τις αισθήσεις της. Την πλησιάζει η μητέρα τρομαγμένη ταρακουνώντας την. Όλα τελείωσαν. Σπαράζω στο κλάμα Δεν μας ακούει . Η μητέρα δεν είναι καλά. Έχει πάθει υστερία. Δεν σκέφτεται λογικά. Αρχίζει να με κατηγορεί .Να μου φωνάζει .Να με σπρώχνει ρίχνοντας το φταίξιμο πάνω μου. «Εσύ φταις!» «Γιατί δεν πρόσεξες την αδερφή σου;»  Δεν την έχω ξαναδεί έτσι. Εκείνη τη στιγμή το πρόσωπό μου πάγωσε, μετατράπηκε σε μια ανέκφραστη μάσκα. Πλέον δεν έχω συναισθήματα. Δεν ξέρω πού είμαι. Δεν καταλαβαίνω τίποτα πια.

     Εκείνη τη στιγμή η μητέρα μου σωριάζεται κάτω πιάνοντας την καρδιά της. Τα ξέχασα όλα και έτρεξα κοντά της «Όχι ,μαμά ,μην με αφήνεις, σε παρακαλώ! Είσαι ὀ,τι πιο σημαντικό έχω σε αυτήν τη ζωή! Μην με εγκαταλείπεις και εσύ». Της φωνάζω κλαίγοντας. Τοποθετώ την παλάμη μου στο στήθος της, μπροστά από την καρδιά της, ακουμπώ το κεφάλι μου στο δικὀ της. Ξεψύχησε στην αγκαλιά μου...

    Πλέον ο μόνος άνθρωπος που μου έχει απομείνει σε αυτήν τη ζωή είναι η αδερφή μου, το πολυτιμότερο δώρο που μου έκαναν οι γονείς μου. Αυτή η νύχτα θα μείνει για πάντα χαραγμένη μέσα μου να κατατρώει την ύπαρξή μου σαν δηλητήριο. Ο πόνος της απώλειας δεν θα τελειώσει ποτέ! Ακόμα και ο μεγαλύτερος γιατρός, ο χρόνος,  αδυνατεί να γιατρέψει μια τέτοια πληγή. Απλά ο θρήνος κάποια στιγμή γίνεται βουβός, δεν σταματά να υπάρχει, δεν φεύγει ποτέ, απλά μαθαίνεις να ζεις μαζί του και οι αναμνήσεις μαχαιριές που θα διαπερνούν το κορμί κάθε φορά που θα ανατρέχω σε αυτές.

     Η μετανάστευση με την Ελπίδα ήταν η μόνη μου επιλογή. Ήταν ο μόνος τρόπος  να ξεφύγω από την οδυνηρή πραγματικότητα πριν είναι πολύ αργά και για μας. Να ξεκινήσω μια καινούργια ζωή. Να μάθω να εκτιμώ  τα καθημερινά απλά πράγματα στη ζωή μου! Ξέρω πια ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο, τίποτα σίγουρο. Όλα θα αρχίσουν από την αρχή. Θα κόψω το μαύρο νήμα της ζωής μου και θα ξαναγεννηθώ μέσα από τις στάχτες μου...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

     Πιστεύοντας βαθιά ότι το σχολείο οφείλει να δίνει ευκαιρίες στους μαθητές για βιωματική μάθηση διοργανώσαμε για 7η σχολική χρονιά τον Π...