Δευτέρα 20 Ιουνίου 2022

Χρυσούλα Αναγνωστοπούλου "Ο μόνος ήχος"

Γυμνάσιο Ζευγολατιού / 2ο Βραβείο

Ο μόνος ήχος που μπορούσε να διαπεράσει την εκνευριστική φωνή του κυρίου της τηλεόρασης, που όλη η οικογένειά μου παρακολουθούσε με αξιοσημείωτη προσήλωση, ήταν η φωνή μου. Προσπαθούσα να κάνω ό,τι περνάει από το χέρι μου, για να αποσπάσω την προσοχή των τεσσάρων ατόμων απέναντι μου.

«Πάμε μία βόλτα; Είναι χαρά Θεού έξω!», είπα με το βλέμμα στραμμένο στη μητέρα μου.

«Όχι, Κωνσταντίνα, αρκετά έχουμε βγει έξω σήμερα».

Ναι, είχαμε πάει σουπερμάρκετ, αλλά αυτό ήταν αγγαρεία, όχι έξοδος. Απτόητη στράφηκα προς τον πατέρα μου.

«Μπαμπάκα μου!» αναφώνησα. «Θες να πάμε στην παιδική χαρά;»

Φρόντισα να χρησιμοποιήσω το πιο γλυκό μου ύφος, το οποίο σε κάθε άλλη περίπτωση θα λειτουργούσε, όμως φαίνεται πως ο κύριος στην τηλεόραση δεν τον άφηνε να φύγει.

«Συγγνώμη, αστεράκι μου, αλλά δεν μπορώ τώρα», είπε απολογητικά, αυτομάτως αγνοώντας το ναζιάρικό μου βλέμμα. Έτσι στράφηκα προς τον Νικόλα, τον μικρό μου αδερφό.

«Νικολάκη, θες να πάρουμε τα ποδήλατά μας και να...»

Όμως κάποιος με διέκοψε.

«Αμάν, ρε Κωνσταντίνα, πότε θα καταλάβεις πως δεν μπορούμε να βγούμε έξω; Ούτε για βόλτα στο πάρκο, ούτε για βόλτα με το ποδήλατο, ούτε πουθενά! Τώρα, αν δε θες να παρακολουθήσεις την ενημέρωση μαζί μας, όπως θα έπρεπε, πήγαινε στο δωμάτιό σου και άδειασέ μας τη γωνιά!»

Το κήρυγμα αυτό ερχόταν από τη μεγάλη μου αδερφή. Ο λόγος που δεν της είχα προτείνει κάτι ήταν επειδή γνώριζα ήδη την απάντησή της. Από την αρχή της πανδημίας η Μαίρη έγινε το παράδειγμα προς μίμηση κάθε νομοταγούς πολίτη. Έπλενε τα χέρια της μετά από κάθε έξοδο που, όπως έλεγε αυτή, αναγκαζόταν να κάνει. Όταν ήμασταν έξω, φορούσε τη μάσκα τόσο ψηλά, που βάζω στοίχημα πως δεν έβλεπε. Εγώ, αντιθέτως, δεν μπορούσα να φοράω μάσκα για πάνω από πέντε λεπτά, χωρίς να νιώθω ότι πνίγομαι. Ήταν τόσο επιμελής με τις «υποχρεώσεις» της, που αναρωτιόμουν πώς δεν την έχουνε πάρει σε κανένα από αυτά τα σποτάκια της κρατικής τηλεόρασης, όπου παρακαλούσαν τους ανθρώπους να μένουν σπίτι. Θα ήταν τέλεια, τόσο πειστική!

Προσωπικά, όποτε έβλεπα αυτά τα σποτάκια, ήθελα να πηδήξω από το παράθυρο. Όμως, αν και γνώριζα καλά την προσωπικότητά της, τα λόγια της δεν απέτρεψαν τα δάκρυα να γεμίσουν τα μάτια μου. Δεν ήθελα η αδερφή μου να με δει έτσι και έτρεξα στο δωμάτιο μου. Καθώς έφευγα άκουσα τη μητέρα μου να λέει κάτι, για το πως δεν πρέπει να μιλάμε έτσι στα αδέρφια μας, αλλά σύντομα και αυτή σταμάτησε να μιλάει και όλοι συνέχισαν να παρακολουθούν τον κύριο της τηλεόρασης. Από όλους αυτόν μισούσα περισσότερο. Ήταν η καθημερινή υπενθύμιση πως τα πράγματα δεν καλυτερεύουν. Η κατάσταση είχε γίνει πια ανυπόφορη. Είχα βαρεθεί να μην μπορώ να βγω από το ίδιο μου το σπίτι. Και όταν χρειαστεί να βγω, εάν ο λόγος εξόρμησής μου δεν ήταν ένας από αυτούς που είχαν προσδιοριστεί ως αναγκαίοι, τότε έπρεπε να συμπληρώσουμε ένα χαρτί με τις πληροφορίες, για το πού πάμε, γιατί και για πόση ώρα.

Μια φορά ένας αστυνομικός είχε σταματήσει τη μητέρα μου κι εμένα χωρίς αυτό το χαρτί. Η σκηνή μού θύμισε ένα ανάλογο περιστατικό όταν η δασκάλα μου με έπιανε να κάνω μια αταξία. Ο αστυνομικός πλησίασε το αυτοκίνητο και η μητέρα μου άρχισε να καταριέται την ώρα και τη στιγμή που αποφάσισε να βγει έξω. Έπειτα κατέβασε το παράθυρο. Ο αστυνομικός την χαιρέτησε και την ρώτησε εάν έχει μαζί το χαρτί της. Η μητέρα μου δεν μπορούσε καν να τον κοιτάξει στα μάτια, όταν του απάντησε αρνητικά. Τότε το πρόσωπο του αστυνομικού άλλαξε. Ακόμα και με την μάσκα του φορεμένη φαινόταν σχεδόν απογοητευμένος. Η μητέρα μου άρχισε να εξηγεί σαν τρελή πως έπρεπε να φύγει βιαστικά, γιατί είχαμε αργήσει για το ραντεβού μου στον οδοντίατρο, και μέσα στη βιασύνη της είχε ξεχάσει να στείλει μήνυμα ή να πάρει το χαρτί που χρειαζόταν. Είμαι σίγουρη πως θα μπορούσε να έχει σκαρφιστεί άλλους εκατό λόγους που θα δικαιολογούσαν το παράπτωμά της, όμως αυτό δεν χρειάστηκε. Ο αστυνόμος της είπε, πως καταλαβαίνει και πως για μία φορά δεν πειράζει, εάν αυτό δεν επαναληφθεί. Αφού τον ευχαρίστησε, αμέτρητες φορές, προχώρησε. Σε όλη την υπόλοιπη διαδρομή δεν μπορούσε να σταματήσει να λέει, πόσο τυχερή ήταν και πόσο άγιος άνθρωπος ήταν αυτός που τη σταμάτησε. Πάντως εγώ το μόνο πράγμα που σκέφτηκα ήταν η αποτελεσματικότητά του. Από εκείνη την ημέρα η μητέρα μου δεν περνούσε την πόρτα του διαμερίσματος χωρίς να ρωτήσει όποιον βρισκόταν μπροστά της:

«Το χαρτί το πήρα μαζί μου;»

Όλο αυτό το συμβάν με έκανε να απορήσω. Όταν με μαλώνει η δασκάλα μου, τουλάχιστον αναγνωρίζω πως το ότι έσπρωξα τον συμμαθητή μου ή δεν διάβασα για ένα διαγώνισμα είναι πράξεις για τις οποίες πρέπει να τιμωρηθώ. Όμως η μητέρα μου δεν είχε κάνει κάτι λάθος. Είχαμε προετοιμαστεί από την προηγούμενη μέρα. Πήγαμε στο φαρμακείο και κάναμε και οι δύο τεστ. Η φαρμακοποιός μάς ρώτησε τα προσωπικά μας στοιχεία και αναρωτήθηκα αν η επόμενή της ερώτηση θα αφορούσε την ποιότητα των στενών οικογενειακών μας σχέσεων. Το μόνο πράγμα που είχαμε ξεχάσει να κάνουμε είναι να στείλουμε τον αριθμό 2 στο κρατικό νούμερο, για να μπορούμε να κυκλοφορούμε νόμιμα. Το τι θεωρούνταν νόμιμο είχε αλλάξει πολύ τον τελευταίο καιρό.

Όλα αυτά τα σκεφτόμουν ξαπλωμένη στο κρεβάτι μου, βλέποντας τη θέα από το παράθυρό μου. Κάποτε αυτός ο δρόμος ήταν πιο γεμάτος και από ένα μελίσσι, με αυτοκίνητα να έρχονται και να φεύγουν. Πολλές φορές έπιανα τον εαυτό μου εκνευρισμένο, με τόση φασαρία, ειδικά τα κυριακάτικα πρωινά, που ήθελα να χουζουρέψω στα σκεπάσματά μου λίγο περισσότερο. Έκλεισα τα μάτια μου και προσπάθησα να θυμηθώ πώς ήταν πριν ερημώσει εντελώς.

Όμως κάτι διέκοψε την προσπάθειά μου, όταν άκουσα ένα χτύπο ξαφνικά στην πόρτα. Μέσα μπήκε η Μαίρη και από την έκφρασή της διέκρινα πως είχε μετανιώσει για τον τρόπο που μου μίλησε. Αυτό μου έφτιαξε λίγο τη διάθεση. Μόλις με πλησίασε και κατάλαβε πως δεν ήμουν πρόθυμη για συζήτηση άρχισε να μιλάει.

«Κωσταντίνα, συγγνώμη που σου μίλησα έτσι πριν, αλλά η συμπεριφορά σου με έχει νευριάσει και προβληματίσει αφάνταστα. Δεν μπορώ να καταλάβω πώς μπορείς να είσαι τόσο ανεύθυνη!»

«Η δική μου συμπεριφορά; Γιατί; Τι έκανα; Επειδή τόλμησα να θέλω να βγω έξω; Νόμιζα πως είναι δικαίωμά μου» είπα με απόγνωση, χωρίς να μπορώ να το κρύψω στον τόνο της φωνής μου. Αυτή με κοίταξε με ύφος παγωμένο.

Περίμενα αρκετή ώρα για μια απάντηση, η οποία ποτέ δεν ήρθε, κι έτσι συνέχισα να μιλάω.

«Συγγνώμη, αλλά δεν είμαι πρόθυμη να θυσιάσω τις προσωπικές μου ελευθερίες στον βωμό του υγειονομικού καθήκοντος. Μπορεί να είμαι εγωίστρια ή ασυνείδητη ή, όπως είπες, ανεύθυνη. Αλλά πρέπει να έχω την επιλογή να είμαι!»

Η Μαίρη δεν είπε τίποτα, απλώς συνέχισε να με κοιτάει με ένα άδειο βλέμμα. Ίσως όλοι να πιστεύουν πως η νεαρή μου ηλικία δεν επιτρέπει να διαφοροποιήσω τη θέση μου από τη δική τους, της άκρας υπακοής. Όμως η αλήθεια είναι πως είμαι από τους λίγους που έχουν το θάρρος να πουν την αλήθεια. Πιστεύω πως κανένας, μα κανένας, δεν έχει το δικαίωμα να μας στερεί την προσωπική ελευθερία μας. Ακόμη και ίδιος ο Θεός μάς έχει δημιουργήσει με ελεύθερη βούληση. Επειδή, τι είναι ο άνθρωπος, αν δεν είναι ελεύθερος; Δεν είναι άνθρωπος. Αλλά πότε είμαστε πραγματικά ελεύθεροι; Όλη αυτή η κατάσταση μας έκανε να καταλάβουμε πόσο εύκολα το κράτος μπορεί να στερήσει την ελευθερία μας. Τα σημερινά μέτρα και οι απαγορεύσεις θα φαινόντουσαν εντελώς παράλογα πριν από λίγα χρόνια. Θα θύμιζαν στιγμές χούντας ή πολέμου. Αλλά ακόμη και σε έναν πόλεμο ο λαός, κάποιες φορές, έχει λόγο για το αν πρέπει να συμμετάσχει ή όχι. Όμως εμείς καλούμαστε να πολεμήσουμε έναν αόρατο εχθρό, ο οποίος αλλάζει συνεχώς μορφές. Με την ιατρική και την επιστήμη που εξελίσσονται ραγδαία θα καταπολεμήσουμε αποτελεσματικά τον ιό. Ο κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα να προστατεύει τον εαυτό του και τους αγαπημένους του, σεβόμενος την ατομική ελευθερία τη δική του και των άλλων. Γιατί τα δικαιώματα του ενός τελειώνουν εκεί που αρχίζει η ελευθερία του άλλου. Μετά από λίγο η αδερφή μου άρχισε επιτέλους να μιλάει.

«Αχ, Κωσταντίνα! Πιστεύεις πως δεν μου λείπει η κανονική μας ζωή; Όμως φοβάμαι, φοβάμαι αφάνταστα, φοβάμαι για τον εαυτό μου, φοβάμαι για τον παππού και τη γιαγιά, φοβάμαι για σένα, φοβάμαι για τη μαμά και τον μπαμπά. Δεν πιστεύω πως είσαι αναίσθητη, απλώς η θέλησή σου για ελευθερία είναι πιο ισχυρή από τον φόβο σου, είναι κάτι που θαυμάζω και ζηλεύω λίγο. Όλοι φοβόμαστε, δεν ξέρουμε πώς να δράσουμε σε μια κατάσταση τόσο πρωτόγνωρη. Ακόμη και οι άνθρωποι που κυβερνούν τη χώρα μας δεν ξέρουν τι να κάνουν. Ξέρω πως είναι μια τρομακτική συνειδητοποίηση, αλλά είναι αλήθεια. Η αντιμετώπιση του προβλήματος ήταν ομολογουμένως λανθασμένη και συνεχίζει να είναι. Όμως βρισκόντουσαν πραγματικά σε απόγνωση. Δεν σου ζητάω να τους δικαιολογήσεις. Απλώς θέλω να καταλάβεις πως όλοι κάνουμε λάθη».

Αυτά είπε και με κοιτούσε περιμένοντας με ανυπομονησία την απάντησή μου.

«Ξέρεις, Μαίρη, νομίζω πως βρίσκομαι σε ένα στάδιο της ζωής μου, στο οποίο προσπαθώ να κατανοήσω πολλά πράγματα την ίδια στιγμή. Έτσι πιστεύω πως είναι καλύτερο να τα παίρνω ένα ένα τη φορά. Θα χρειαστώ λίγο ακόμα χρόνο για να καταλάβω πώς λειτουργεί ο κόσμος και τη θέση μου μέσα σε αυτόν. Όμως σου υπόσχομαι ότι θα σκεφτώ τα λόγια σου και θα προσπαθήσω να τα κατανοήσω όσο καλύτερα μπορώ. Δεν σου υπόσχομαι βέβαια πολλά, γιατί είσαι βέβαια αδερφή μου και σ’ αγαπάω, αλλά οι απόψεις μας είναι διαφορετικές», είπα λίγο κοροϊδευτικά.

Μου είχε λείψει η αδερφή μου. Η αλήθεια είναι πως δεν μπορούσαμε να συμφωνήσουμε σε σχεδόν κανένα θέμα, όμως νοσταλγούσα τη φιλία μας. Μπορεί τον τελευταίο καιρό να βρισκόμασταν σε συνεχή αντιπαράθεση, αλλά η Μαίρη εξακολουθούσε να είναι μία από τις καλύτερες μου φίλες και αυτό δεν θα αλλάξει ποτέ.

«Πρέπει όμως κι εσύ να μου υποσχεθείς πως θα αρχίσεις να με παίρνεις στα σοβαρά», της είπα. Είχα κουραστεί όλοι να με μεταχειρίζονται σαν ένα μικρό παιδί.

«Εντάξει, Κωνσταντίνα, υπόσχομαι πως από δω και πέρα θα προσπαθήσω να σου φέρομαι όπως σε ενήλικα με απόψεις, προβληματισμούς και ανησυχίες. Θα προσπαθήσω…»

Ήξερα πως θα υπάρξουν κι άλλοι αμέτρητοι καυγάδες και διαφωνίες στο μέλλον, όμως είχα την ελπίδα πως τα πράγματα θα άλλαζαν προς το καλύτερο, τουλάχιστον στο σπίτι μας. Μετά από λίγο, αφού εγώ και η αδερφή μου βγήκαμε από το δωμάτιο με χαμόγελα, οι γονείς μας εκμεταλλεύτηκαν την καλή διάθεση και των δυο μας και πρότειναν να παίξουμε ένα επιτραπέζιο παιχνίδι. Κλασικά, αρχίσαμε να διαφωνούμε για το ποιο παιχνίδι θα παίξουμε και τελικά καταλήξαμε σε ένα συμβιβασμό αφήνοντας τον μπαμπά να διαλέξει. Έτσι περάσαμε ένα σχετικά ωραίο απόγευμα μέσα στο σπίτι. Έπειτα από δική μου πρόταση κανονίσαμε μια έξοδο στο πάρκο της γειτονιάς μας για την άλλη μέρα. Εκείνη τη στιγμή, καθώς οι άλλοι κουβέντιαζαν για το τι θα κάνουμε, μου δόθηκε η ευκαιρία να σκεφτώ τα λόγια της Μαίρης. Ο κόσμος είναι τρομακτικός μερικές φορές, κι η ιδέα ότι ανά πάσα ώρα και στιγμή κάποιος μπορεί να παραβιάσει την ελευθερία μας είναι ακόμα πιο τρομακτικό. Εάν δεν είμαστε ελεύθεροι να κινηθούμε και να γνωρίσουμε τον κόσμο γύρω μας, και πρέπει να δίνουμε λογαριασμό για ό,τι κάνουμε με πρόσχημα την υγεία μας, τότε ποια είναι η ουσία της ανθρώπινης ζωής;

Η προσωπική ελευθερία του κάθε ανθρώπου είναι το πολυτιμότερο αγαθό. Για αυτήν οι άνθρωποι παλεύουν από την αρχή της ιστορίας. Είτε είναι η ελευθερία του λαού απέναντι σε έναν τυραννικό ηγέτη, είτε η ελευθερία ενός παιδιού καταπιεσμένου από τον βίαιο γονιό του, είτε ακόμη η ελευθερία μιας γυναίκας να επιλέγει η ίδια τον τρόπο ζωής της. Είτε είναι η ελευθερία όλων των ανθρώπων της Γης. Κάθε μορφή ελευθερίας είναι ανεκτίμητη και ελπίζω πως οι άνθρωποι θα την υπερασπίζονται, θα την διεκδικούν και θα επαναστατούν για αυτήν, όταν παραβιάζεται.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

  Κουμπιά οι λέξεις Λες να` χει σημασία Πού θα κουμπώσουν;                  Γιώργος Ρούσκας                               Με βαθ...